Η σπαστικότητα του άνω άκρου είναι μια κατάσταση όπου οι μύες των χεριών και γενικότερα όλου του άκρου βρίσκονται σε σπασμό και υπερδιέγερση, με αποτέλεσμα να περιορίζεται σημαντικά η κίνηση και να είναι αδύνατη η εκτέλεση βασικών καθημερινών εργασιών.
Αν και υπάρχουν πολλαπλές αιτίες σπαστικότητας των άνω άκρων, η πιο κοινή αιτία είναι τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Συχνά, τα σήματα από τον εγκέφαλο προς τους μύες διακόπτονται λόγω βλάβης που προκαλείται στις κινητικές οδούς μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, με αποτέλεσμα την εμφάνιση της σπαστικότητας. Άλλες καταστάσεις που προκαλούν σπαστικότητα των άνω άκρων είναι οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, η εγκεφαλική παράλυση, η σκλήρυνση κατά πλάκας και άλλες διάφορες παθήσεις του νωτιαίου μυελού.
Τα άτομα που πάσχουν από σπαστικότητα των άνω άκρων εμφανίζουν διάφορα συμπτώματα, όπως μυϊκή δυσκαμψία, περιορισμένη κίνηση, αδυναμία χαλάρωσης των μυών, πόνο, αλλαγές στη θέση των άκρων και μυϊκούς σπασμούς. Τα συμπτώματα μπορεί να κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά και οι θεραπείες ποικίλλουν ανάλογα με τις συγκεκριμένες ανάγκες του ασθενούς.
Η λήψη της απόφασης για τη χειρουργική αντιμετώπιση της σπαστικότητας του άνω άκρου είναι μια δύσκολη και σύνθετη διαδικασία. Χρειάζονται επανειλημμένες κλινικές εξετάσεις και συνεχείς συζητήσεις, τόσο με τους ασθενείς όσο και με τους θεραπευτές για την πολυπλοκότητα του χειρουργικού σχεδιασμού και την επίτευξη ρεαλιστικών μετεγχειρητικών αποτελεσμάτων. Παρά τη δυσκολία των συγκεκριμένων επεμβάσεων, τα μετεγχειρητικά αποτελέσματα είναι ικανοποιητικά και προσφέρουν σημαντικές βελτιώσεις στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Μια ποικιλία χειρουργικών επιλογών υπάρχουν για την αντιμετώπιση της σπαστικότητας και των συγκάμψεων του αντίχειρα, των δακτύλων, του καρπού, του αγκώνα αλλά και του ώμου.