Ο ώμος είναι μια σύνθετη άρθρωση που σχηματίζεται από το άνω τμήμα του βραχίονα (κεφαλή βραχιονίου οστού), την ωμοπλάτη και την κλείδα και εμφανίζει το μεγαλύτερο εύρος κίνησης από οποιαδήποτε άλλη άρθρωση στο σώμα. Το μεγάλο εύρος κίνησης, ωστόσο, καθιστά τον ώμο μια ασταθή άρθρωση.
Η αστάθεια του ώμου εμφανίζεται όταν η κεφαλή του βραχιονίου, βγει από την υποδοχή της στην μεριά της ωμοπλάτης (εξάρθρημα). Η εξάρθρωση μπορεί να προκληθεί από ξαφνικό τραυματισμό ή υπέρχρηση και καθιστά τον ώμο επιρρεπή σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια εξαρθρήματος.
Σε μια μειοψηφία ασθενών, ο ώμος μπορεί να είναι ασταθής, χωρίς ιστορικό τραυματισμού ή επαναλαμβανόμενης καταπόνησης, λόγω υπερελαστικών συνδέσμων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο ασθενής αισθάνεται τον ώμο χαλαρό και μπορεί ο ίδιος να τον εξαρθρώνει προς πολλές κατευθύνσεις (μπροστά, πίσω και κάτω), κατάσταση που ονομάζεται αστάθεια πολλαπλών κατευθύνσεων.
Ως χρόνια χαρακτηρίζεται η αστάθεια, όταν ο ώμος είναι χαλαρός και «βγαίνει» από τη θέση του επανειλημμένα.
Συμπτώματα αστάθειας του ώμου
Τα κοινά συμπτώματα της χρόνιας αστάθειας του ώμου περιλαμβάνουν:
· Επαναλαμβανόμενα εξαρθρήματα
· Επανειλημμένα επεισόδια απώλειας ελέγχου του ώμου
· Επίμονη αίσθηση χαλαρότητας, ή «υποχώρησης» του ώμου μέσα και έξω από την άρθρωση
· Πόνο που προκαλείται από τον τραυματισμό του ώμου
Διάγνωση και αντιμετώπιση αστάθειας του ώμου
Διάγνωση
Ο ειδικός ιατρός θα λάβει ένα πλήρες ιστορικό και θα εκτελέσει μια ολοκληρωμένη κλινική εξέταση, που περιλαμβάνει την ψηλάφηση για τον έλεγχο των σημείων ευαισθησίας, καθώς και τον προσδιορισμό του εύρους κίνησης και της δύναμης.
Ο βαθμός αστάθειας της άρθρωσης του ώμου μπορεί να εκτιμηθεί με ειδικά τεστ κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Για να ληφθούν πληροφορίες σχετικά με τις πιθανές αιτίες της αστάθειας και για να αποκλειστούν άλλες αιτίες πόνου στον ώμο (όπως ένα κάταγμα), ο ιατρός είναι πιθανό να ζητήσει ειδικές ακτινογραφίες.
Πρόσθετες εξετάσεις, όπως μαγνητική τομογραφία (MRI) ή αρθρογράφημα με ή χωρίς αξονική τομογραφία (CT) , συνήθως γίνονται με σκοπό την περαιτέρω αξιολόγηση των οστών και των συνδέσμων της άρθρωσης του ώμου. Ωστόσο, αυτές οι εξετάσεις δεν απαιτούνται σε όλους τους ασθενείς με αστάθεια.
Μη χειρουργική αντιμετώπιση αστάθειας
Μόλις ο πόνος και το πρήξιμο από το εξάρθρημα υποχωρήσουν, ο ασθενής σε συνεργασία με ειδικό φυσικοθεραπευτή, ξεκινά τις ασκήσεις ανάκτησης πλήρους εύρους κίνησης. Οι ασκήσεις ενδυνάμωσης συνήθως ξεκινούν εφόσον ανακτηθεί η κινητικότητα του ώμου.
Σε αυτό το στάδιο, η εφαρμογή κρύων επιθεμάτων ή παγοκύστεων στον ώμο πριν και μετά την άσκηση μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στη μείωση του πόνου και του οιδήματος. Επιπροσθέτως, τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα όπως η ασπιρίνη, η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη μπορούν να μειώσουν τον πόνο και το πρήξιμο.
Ο στόχος της θεραπείας είναι να αποκατασταθεί η κίνηση της άρθρωσης και να ανακτηθεί η δύναμη των μυών γύρω από τον ώμο. Μόλις επανέλθει η πλήρης λειτουργία του ώμου, ο ασθενής μπορεί σταδιακά να επιστρέψει στις δραστηριότητες.
Χειρουργική αντιμετώπιση αστάθειας
Όταν η συντηρητική θεραπεία αποτύχει, τότε έχει ένδειξη η χειρουργική επέμβαση.
Όταν ο αριθμός των εξαρθρημάτων είναι μικρός και η ηλικία του ασθενούς είναι επίσης μικρή, τότε η κατάλληλη χειρουργική αντιμετώπιση είναι η αρθροσκοπική επιδιόρθωση της βλάβης.
Σε ασθενείς με επανειλημμένα εξαρθρήματα συνίσταται η ανοιχτή χειρουργική μέθοδος(Latarjet). Κατά την επέμβαση Latarjet, γίνεται μεταφορά οστικού τεμαχίου από την κορακοειδή απόφυση της ωμοπλάτης στην πρόσθια επιφάνεια της ωμογλήνης, με σκοπό την αποκατάσταση του οστικού ελλείμματος.
Η πορεία ανάρρωσης μετά τη χειρουργική επέμβαση εξαρτάται από τον τύπο της επέμβασης που εκτελείται. Συνήθως, το εύρος κίνησης του χεριού, του καρπού και του αγκώνα ξεκινά την επόμενη μέρα της επέμβασης, ενώ οι περισσότεροι ασθενείς μπορούν να γράψουν και να χρησιμοποιήσουν το χέρι τους για τις βασικές δραστηριότητες, μέσα σε τρεις έως επτά ημέρες μετά την επέμβαση.
Εάν υποφέρετε από επίμονο ή χρόνιο πόνο στον ώμο, θα πρέπει να κλείσετε ραντεβού με έναν ειδικό γιατρό για να σας εξετάσει και να σας προτείνει τον κατάλληλο τρόπο αντιμετώπισης, σύμφωνα με τις ανάγκες σας.