Η θεραπεία είναι σχεδόν πάντα χειρουργική και εξαρτάται από τους χαρακτήρες του κατάγματος. Η εντόπιση του κατάγματος, ενδοαρθρικη ή εξωαρθρική, το μέγεθος της παρεκτόπισης και ο βαθμός της αστάθειας είναι παράγοντες που προσδιορίζουν το είδος της θεραπείας. Άλλες σημαντικές παράμετροι είναι η ηλικία του ασθενούς, η γενικότερη κατάσταση της υγείας του, το είδος της εργασίας, αν πρόκειται για το κυρίαρχο ή μη άκρο, η ενασχόληση με τον αθλητισμό και το είδος αυτού, η παρουσία τυχόν προηγούμενου τραυματισμού ή αρθρίτιδας. Η συντηρητική θεραπεία με νάρθηκα ή γύψο πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στα σταθερά και απαρεκτόπιστα κατάγματα. Τα ασταθή, παρεκτοπισμένα, συντριπτικά κατάγματα και τα ενδαρθρικά κατάγματα πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Μέθοδος εκλογής της χειρουργικής θεραπείας είναι η ανοικτή ανάταξη του κατάγματος και η εσωτερική οστεοσύνθεση αυτού με πλάκα και βίδες (εικ. 4). Ενίοτε και μόνο σε ανοικτά κατάγματα μπορεί να χρειαστεί εξωτερική οστεοσύνθεση, με βελόνες και πλαίσιο σταθεροποίησης έξω από το σώμα (εικ. 5). Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο η αρθροσκόπηση για τα κατάγματα του καρπού. Με την αρθροσκόπηση γίνεται εκτίμηση των συνόδων συνδεσμικών βλαβών και της ανάταξης των αρθρικών επιφανειών. Ο χειρουργός χεριού είναι σε θεση να καθορίσει ποια θεραπεία είναι η πιο κατάλληλη για την περίπτωσή σας.